Με αφορμή την ήδη δημοσιευθείσα υπ’ αριθμ. Ε2027/2024 εγκύκλιο της ΑΑΔΕ, σας παραθέτουμε τις κυριότερες διατάξεις του ν. 5073/2023, αναφορικά με τις δομικές αλλαγές που έρχονται από εδώ και στο εξής στον τρόπο φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων. Πλέον, από τις φετινές φορολογικές δηλώσεις που αφορούν τα εισοδήματα του 2023 και μετά οι επιβαρύνσεις δεν θα προκύπτουν από τα δηλωθέντα εισοδήματα αλλά με τεκμαρτό τρόπο και βάσει συγκεκριμένων παραμέτρων. Οι τελευταίες θα διαμορφώνουν ένα ελάχιστο φορολογητέο τεκμαρτό εισόδημα – έως 50.000 ευρώ – και συνεπώς έναν ελάχιστο καταβλητέο φόρο εισοδήματος – έως 13.900 ευρώ – αναλόγως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε ατομικής επιχείρησης. Βασικό γνώρισμα του νέου φορολογικού συστήματος είναι η άμεση διασύνδεσή του με τον μεικτό κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος στην πραγματικότητα διαμορφώνει και το προαναφερθέν ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα και το οποίο θα προσαυξάνεται αυτόματα με κάθε αντίστοιχη αύξηση του κατώτατου.
Πέραν όμως τούτου, η τελική επιβάρυνση κάθε ατομικής επιχείρησης θα συναρτάται από εδώ και στο εξής από μία σειρά επιπρόσθετων παραγόντων/κριτηρίων, όπως:
α) Τα έτη λειτουργίας της επιχείρησης, με το ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα εκείνων που δραστηριοποιούνται για 6 έτη να εκτιμάται στα 10.920€ (780€ * 14 μήνες) και τον αντίστοιχο ελάχιστο φόρο εισοδήματος να υπολογίζεται στα 1.102,4 ευρώ. Οι νέες επιχειρήσεις με έως και 3 έτη λειτουργίας απαλλάσσονται πλήρως της τεκμαρτής μεθόδου και φορολογούνται βάσει των δηλωθέντων κερδών τους, ενώ για τις επιχειρήσεις με 4 ή 5 έτη λειτουργίας προβλέπεται κλιμακωτή μείωση του προαναφερθέντος ελάχιστου ποσού. Από την άλλη πλευρά, για όσες ατομικές επιχειρήσεις λειτουργούν από 7 έτη και άνω και με ανώτατο όριο τα 12 χρόνια, ορίζονται συντελεστές προσαύξησης των επιβαρύνσεων, με τα ελάχιστα τεκμαρτά εισοδήματα που προκύπτουν να εμπίπτουν στους συντελεστές της υφιστάμενης φορολογικής κλίμακας όσων ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα (9%, 22%, 28%, κ.ο.κ). Στην πραγματικότητα, όσο παλαιότερη είναι μία επιχείρηση στην κλίμακα 7 – 12 ετών, τόσο θα προσαυξάνεται το ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημά της, ενώ η υποχρέωση θα μειώνεται βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων (πληθυσμιακών, πληγέντων από φυσικά φαινόμενα, αναπηρία, κ.α.)
β) Ο μέσος ετήσιος τζίρος του ΚΑΔ δραστηριοποίησης της ατομικής επιχείρησης. Εάν ο ετήσιος τζίρος της επιχείρησης υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο τζίρο του ΚΑΔ που δραστηριοποιείται και γνωστοποιείται από τα απολογιστικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., τότε προβλέπεται οριζόντια προσαύξηση +5%, η οποία θα προσαυξάνει το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα – και μέχρι του ποσού των 50.000 ευρώ – της περίπτωσης (α) και
γ) Οι μικτές ετήσιες αποδοχές του καλύτερα αμειβομένου υπαλλήλου αλλά και το συνολικό κόστος μισθοδοσίας τους, σε περίπτωση εργοδοτριών επιχειρήσεων. Στην πρώτη περίπτωση και μέχρι του ποσού των 30.000 ευρώ, θα υιοθετούνται αυτομάτως οι μικτές αποδοχές, ως ελάχιστο τεκμαρτό προς φορολόγηση εισοδήματος και όχι αυτό της περίπτωσης (α), το οποίο μάλιστα θα προσαυξάνεται επιπλέον κατά +10% εάν το κόστος μισθοδοσίας (μεικτές αποδοχές + εργοδοτικές εισφορές) είναι υψηλότερο του ελάχιστου εισοδήματος της περίπτωσης (α).
Στις λοιπές διατάξεις του νόμου, παρέχεται το δικαίωμα αμφισβήτησης/μαχητότητα του ελάχιστα προσδιοριζόμενου τεκμαρτού εισοδήματος από τους ιδιόκτητες ατομικών επιχειρήσεων, εφόσον όμως ζητήσουν πρώτα από τις φορολογικές υπηρεσίες τη διενέργεια ελέγχου επί των εισοδημάτων και λοιπών περιουσιακών τους στοιχείων, προκειμένου να επαληθευτεί η ακρίβεια της δήλωσής τους περί μικρότερου εισοδήματος από εκείνο του τεκμαρτού. Παράλληλα, τίθεται σε ισχύ η οριζόντια μείωση κατά 50% του ετήσιου τέλους επιτηδεύματος των ατομικών επιχειρήσεων στα 325 από 650 ευρώ (με ορίζοντα πλήρους κατάργησής του τον επόμενο χρόνο) και η οποία θα αποτυπωθεί στα επικείμενα εκκαθαριστικά του φορολογικού έτους 2023, η δυνατότητα μεταφοράς & συμψηφισμού των ζημιών με μελλοντικά επιχειρηματικά κέρδη εντός της επόμενης 5ετίας και η μείωση κατά 50%, μόνο όμως για το 2024, του συντελεστή της προκαταβολής φόρου εισοδήματος επόμενου έτους, από 55% στο 27,5%.
Πέραν της εγκυκλίου, επισυνάπτονται στην παρούσα ο σχετικός νόμος 5073/2023, όπως και η προσφάτως δημοσιευθείσα απόφαση Ε2027/2024 της ΑΑΔΕ που εξειδικεύει συγκεκριμένες διατάξεις του.